μεγαλύνῃ

μεγαλύνῃ
μεγαλύ̱νῃ , μεγαλύνω
make great
aor subj mid 2nd sg
μεγαλύ̱νῃ , μεγαλύνω
make great
aor subj act 3rd sg
μεγαλύ̱νῃ , μεγαλύνω
make great
pres subj mp 2nd sg
μεγαλύ̱νῃ , μεγαλύνω
make great
pres ind mp 2nd sg
μεγαλύ̱νῃ , μεγαλύνω
make great
pres subj act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αυτοβιογραφία — Λογοτεχνικό είδος του πεζού γραπτού λόγου, στο κείμενο του οποίου ο συγγραφέας εξιστορεί την ίδια του τη ζωή. Διαφέρει από τη βιογραφία γιατί σε αυτήν ο συγγραφέας περιγράφει τη ζωή ενός άλλου προσώπου και όχι τη δική του. Η α. διαφέρει και από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”